Όρθιος στα ουκρανικά
Μετάφραση: όρθιος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стояння, тривалість, стаціонарний, знаходження, вертикально
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρθιος
όρθιος αργαλειός, κάθομαι όρθιος, όρθιος άνθρωπος, όρθιος διαδηλωτής, όρθιοσ και μόνοσ σαν και πρώτα περιμένω, όρθιος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, όρθιος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- όργιο στα ουκρανικά - полоскання, оргія, оргия
- όρεξη στα ουκρανικά - мисливство, полювання, схильність, апетит, охота
- όριο στα ουκρανικά - границя, межа, межень, кордон, межу, ліміт
- όρκος στα ουκρανικά - божіння, удостойте, прокльону, прокльони, клятва, присяга, обітницю
Τυχαίες λέξεις
Όρθιος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: стояння, тривалість, стаціонарний, знаходження, вертикально
Μεταφράσεις: стояння, тривалість, стаціонарний, знаходження, вертикально