Διάρκεια στα ουκρανικά
Μετάφραση: διάρκεια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тривалість
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάρκεια
διάρκεια επαγγελματικής μίσθωσης 2014, διάρκεια θηλασμού, διάρκεια μίσθωσης κατοικίας, διάρκεια σχολικού έτους 2014, διάρκεια επαγγελματικής μίσθωσης, διάρκεια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διάρκεια στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διάνος στα ουκρανικά - індик, індичка, DIANA
- διάρθρωση στα ουκρανικά - ост, рама, обрамлення, кістяк, остів, зруб, артикуляція, ...
- διάρρηξη στα ουκρανικά - крадіжка, крадіжка зі зломом, крадіжка зі зламом
- διάρροια στα ουκρανικά - діарея, пронос
Τυχαίες λέξεις
Διάρκεια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тривалість
Μεταφράσεις: тривалість