Трубопровід στα ελληνικά

Μετάφραση: трубопровід, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οχετός, σωλήνας, σωλήνωση, αγωγού, αγωγός, αγωγών, αγωγό, του αγωγού
Трубопровід στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • економте στα ελληνικά - Αποθήκευση, κερδίστε, Save, Εκτός, Εξοικονομήστε
  • злидні στα ελληνικά - αναγκαιότητα, φτώχεια, φτώχειας, της φτώχειας, τη φτώχεια, η φτώχεια
  • культивувати στα ελληνικά - μεγαλώνω, αυξάνομαι, καλλιεργώ, καλλιεργούν, καλλιεργήσει, καλλιεργήσουν, καλλιεργηθείτε
  • ліногравюра στα ελληνικά - λινογραφία, μέθοδο του Λινολαιογραφήματος
Τυχαίες λέξεις
Трубопровід στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οχετός, σωλήνας, σωλήνωση, αγωγού, αγωγός, αγωγών, αγωγό, του αγωγού