Οχετός στα ουκρανικά
Μετάφραση: οχετός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обпливати, жолоб, акведук, канава, дренаж, трубопровід, канавка, сушити, витрата, ринва
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οχετός
κιβωτοειδής οχετός, πλακοσκεπής οχετός, οχετός συνωνυμο, σωληνωτός οχετός, οχετός λεξικό, οχετός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οχετός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- οφείλω στα ουκρανικά - заборгувати, завинити, завинити перед
- οφθαλμός στα ουκρανικά - око, вічко, отвір, розглядати, петелька, вушко, очей, ...
- οχιά στα ουκρανικά - гадюка
- οχυρό στα ουκρανικά - оплот, фортеця, фортецю, цитадель, міцність, опора, фортеці, ...
Τυχαίες λέξεις
Οχετός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: обпливати, жолоб, акведук, канава, дренаж, трубопровід, канавка, сушити, витрата, ринва
Μεταφράσεις: обпливати, жолоб, акведук, канава, дренаж, трубопровід, канавка, сушити, витрата, ринва