Тужавий στα ελληνικά
Μετάφραση: тужавий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυκνός, tuzhavyy
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- багно στα ελληνικά - βάλτος, γλίτσα, έλος, χάνω, λάσπη, λάσπης, ιλύος, ...
- бюджет στα ελληνικά - προϋπολογισμός, προϋπολογισμού, προϋπολογισμό, του προϋπολογισμού, τον προϋπολογισμό
- корінець στα ελληνικά - αγκάθι, πίσω, πλάτη, πίσω μέρος, άμυνα, back
- лісівництво στα ελληνικά - δασολογία, δασοκομία, δασικών, δασοκομίας, της δασοκομίας, τη δασοκομία
Τυχαίες λέξεις
Тужавий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυκνός, tuzhavyy
Μεταφράσεις: πυκνός, tuzhavyy