Уїдливий στα ελληνικά
Μετάφραση: уїдливий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοχθηρός, σέρτικος, κακεντρεχής, πνιγηρός, θυελλώδης, κτηνώδης, στυφός, πικρός, άγριος, εμπαθής, διαβρωτικός, διαβρωτικές, διαβρωτικά, διαβρωτικό, διαβρωτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аматор στα ελληνικά - ερασιτέχνης, ερασιτεχνικός, ερασιτέχνες, ερασιτεχνικό, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη
- аневризма στα ελληνικά - ανεύρυσμα, ανευρύσματος, του ανευρύσματος, το ανεύρυσμα, ανευρυσμάτων
- клеймо στα ελληνικά - κόβω, μάρκα, τεμαχίζω, στιγματίζω, τσεκουριά, εγκοπή, σφραγίδα, ...
- лікувальний στα ελληνικά - επανορθώνω, αποκαθιστώ, θεραπευτικός, θεραπευτική, θεραπευτικές, θεραπευτικό, θεραπευτικών
Τυχαίες λέξεις
Уїдливий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοχθηρός, σέρτικος, κακεντρεχής, πνιγηρός, θυελλώδης, κτηνώδης, στυφός, πικρός, άγριος, εμπαθής, διαβρωτικός, διαβρωτικές, διαβρωτικά, διαβρωτικό, διαβρωτική
Μεταφράσεις: μοχθηρός, σέρτικος, κακεντρεχής, πνιγηρός, θυελλώδης, κτηνώδης, στυφός, πικρός, άγριος, εμπαθής, διαβρωτικός, διαβρωτικές, διαβρωτικά, διαβρωτικό, διαβρωτική