Фюзеляж στα ελληνικά
Μετάφραση: фюзеляж, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άτρακτος, ατράκτου, άτρακτο, της ατράκτου, ατράκτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бойкот στα ελληνικά - μποϋκοτάρω, μποϋκοτάζ, μποϊκοτάζ, μποϊκοτάρισμα, αποκλεισμό, το μποϊκοτάζ
- жадаючий στα ελληνικά - διψασμένος, φιλόδοξος, άπληστος, άπληστοι, άπληστους, άπληστο, άπληστη
- засвоїти στα ελληνικά - εξομοιώνω, μαθαίνω, μάθουν, μάθετε, να μάθουν, μάθει
- кислуватий στα ελληνικά - υπόξινος, υπόξινη, υπόξινο, πικρή, ξινίζουσα, πικρής
Τυχαίες λέξεις
Фюзеляж στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άτρακτος, ατράκτου, άτρακτο, της ατράκτου, ατράκτων
Μεταφράσεις: άτρακτος, ατράκτου, άτρακτο, της ατράκτου, ατράκτων