Хірург στα ελληνικά
Μετάφραση: хірург, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χειρουργός, χειρουργό, χειρούργος, χειρούργο, χειρουργού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- відтоді στα ελληνικά - αφού, από, επειδή, από το, δεδομένου ότι
- затерплий στα ελληνικά - μουδιασμένος, παραλύει
- злам στα ελληνικά - κάταγμα, κατάγματος, θραύση, καταγμάτων, θραύσης
- знаряддя στα ελληνικά - κανόνι, εργαλείο, εργαλείου, μέσο, το εργαλείο, εργαλείο για
Τυχαίες λέξεις
Хірург στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χειρουργός, χειρουργό, χειρούργος, χειρούργο, χειρουργού
Μεταφράσεις: χειρουργός, χειρουργό, χειρούργος, χειρούργο, χειρουργού