Цупкий στα ελληνικά
Μετάφραση: цупкий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύσωμος, γεροδεμένος, παχύ, πάχους, παχιά, πάχος, χοντρό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- велюр στα ελληνικά - βελούδινος, βελούδο, Βελουτέ, Βελούδο, Velour, Βελούδινα, Βελούδινο
- дифтонг στα ελληνικά - δίφθογγος, δίφθογγο, διφθόγγου
- досвіт στα ελληνικά - dosvit
- лінь στα ελληνικά - νωθρότητα, οκνηρία, Sloth, νωθρότητας, Η νωθρότητα
Τυχαίες λέξεις
Цупкий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύσωμος, γεροδεμένος, παχύ, πάχους, παχιά, πάχος, χοντρό
Μεταφράσεις: εύσωμος, γεροδεμένος, παχύ, πάχους, παχιά, πάχος, χοντρό