Чарувати στα ελληνικά
Μετάφραση: чарувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαγηνεύω, γοητεύω, θέλγω, γοητεία, γοητείας, τη γοητεία, ποιοτικά, γοητεύσει
Μεταφράσεις
- блукати στα ελληνικά - περιπλανιέμαι, περιπλανηθείτε, περιπλανηθεί, να περιπλανηθεί, περιπλανηθούν
- бретелька στα ελληνικά - ιμάντας, αορτήρας, ιμάντα ώμου, λουρί ώμου, ιμάντας ώμου, λουρί ώμων
- глеки στα ελληνικά - στάμνες, κανάτες, pitchers, σταμνών, τις στάμνες
- душе στα ελληνικά - O, Ο, Ξ
Τυχαίες λέξεις
Чарувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαγηνεύω, γοητεύω, θέλγω, γοητεία, γοητείας, τη γοητεία, ποιοτικά, γοητεύσει
Μεταφράσεις: σαγηνεύω, γοητεύω, θέλγω, γοητεία, γοητείας, τη γοητεία, ποιοτικά, γοητεύσει