Σαγηνεύω στα ουκρανικά
Μετάφραση: σαγηνεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зачаруйте, заполонювати, чаруйте, чарувати, зачарувати, хитрість, хитрощі
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαγηνεύω
σαγηνεύω συνωνυμα, σαγηνεύω ετυμολογία, σαγηνεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σαγηνεύω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σαβούρα στα ουκρανικά - баласт, утиль, брухт, утилізацію
- σαγηνευτικός στα ουκρανικά - чарівний, зачарування, чарівне, прекрасний, чарівна
- σαγόνι στα ουκρανικά - списник, щелепу, щелепа
- σαθρός στα ουκρανικά - вивітрений, огидний, гнилої, необгрунтований, необґрунтований, необгрунтовану, необгрунтована, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαγηνεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зачаруйте, заполонювати, чаруйте, чарувати, зачарувати, хитрість, хитрощі
Μεταφράσεις: зачаруйте, заполонювати, чаруйте, чарувати, зачарувати, хитрість, хитрощі