Штучне στα ελληνικά
Μετάφραση: штучне, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεχνητός, απομίμηση, τεχνητή, τεχνητό, τεχνητά, τεχνητών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безпосередньо στα ελληνικά - νεαρός, νεότητα, κατευθείαν, άμεσα, απευθείας, άμεση
- електрохімія στα ελληνικά - ηλεκτροχημεία, ηλεκτροχημείας, της ηλεκτροχημείας, την ηλεκτροχημεία, ηλεκτροχημικές
- кепський στα ελληνικά - μακάβριος, κακός, κακή, κακό, κακές, άσχημα
- куйовдьте στα ελληνικά - αναστατωμένα, βολάν, ρυτιδουμένης, ruffled, ανακατωμένο
Τυχαίες λέξεις
Штучне στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεχνητός, απομίμηση, τεχνητή, τεχνητό, τεχνητά, τεχνητών
Μεταφράσεις: τεχνητός, απομίμηση, τεχνητή, τεχνητό, τεχνητά, τεχνητών