Λέξη: νομίζω
Σχετικές λέξεις: νομίζω
νομίζω ότι με απατάει, νομίζω συνώνυμα, νομίζω είμαι ερωτευμένη με κάποιον τι πρέπει να κάνω, νομίζω αρχικοί χρόνοι, νομίζω ότι είμαι έγκυος, νομίζω ότι, νομίζω πωσ ακούω τον ήχο τησ φωνήσ σου, νομίζω ότι τρελαίνομαι, νομίζω ότι είμαι λεσβία, νομίζω ομορριζα
Συνώνυμα: νομίζω
νομίζω, φρονώ, σκέπτομαι, κρίνω, συλλογίζομαι, υποθέτω, εικάζω, μαντεύω, λογαριάζω, υπολογίζω, εκτιμώ
Μεταφράσεις: νομίζω
αγγλικά
think
ισπανικά
conceptuar, opinar, creer, pensar
γερμανικά
denken, beabsichtigen, vorhaben, voraussetzen
γαλλικά
compter, présumer, juger, penser, pensons, ...
ιταλικά
ritenere, pensare, presupporre
πορτογαλικά
opinar, julgar, coisas, supor, ver, ...
ολλανδικά
vermoeden, geloven, menen, aannemen, veronderstellen, ...
ρωσικά
полагать, сочинить, раздумать, находить, заблагорассудиться, ...
νορβηγικά
tro, mene, tenke
σουηδικά
anta, tänka, mena, tycka
φινλανδικά
tuumia, luulla, edellyttää, tykätä, ajatella, ...
δανικά
mene, tænke
τσεχικά
soudit, mínit, uvažovat, zamýšlet, přemýšlet, ...
πολωνικά
mniemać, zastanawiać, sądzić, myśleć, pomyśleć, ...
ουγγρικά
gondol, hiszem, gondolja
τούρκικα
düşünmek, sanmak
ουκρανικά
знаходити, зчитати, гадати, подумати, находити
αλβανικά
mendoj
βουλγαρικά
мисля, смятате, мислите
λευκορωσικά
думаць
εσθονικά
mõtlema
κροατικά
pomišljaju, mislite, razmisliti, razmišljajte
ισλανδικά
halda, álíta, hyggja
λατινικά
puto
λιθουανικά
galvoti
λετονικά
domāt
σλαβομακεδονικά
мислам, мислам дека, мислите, размислуваат, мислат
ρουμανικά
crede
σλοβενικά
misliti
σλοβακικά
myslieť, mieni