Łapa στα ελληνικά
Μετάφραση: łapa, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόδι, στάδιο, συσφίγγω, σφίγγω, πόδι ζώου, ποδιού, πέλματος, πέλμα
Μεταφράσεις
- antropometria στα ελληνικά - ανθρωπομετρία, ανθρωπομετρίας, την ανθρωπομετρία, η ανθρωπομετρία, ανθρωπομετρήσεις
- bagatelizowanie στα ελληνικά - υποτίμηση, υποεκτίμηση, υποεκτίμησης, υποτίμησης, η υποτίμηση
- gurda στα ελληνικά - νεροκολόκυθο, κολοκύνθη, κολοκύθα, κολοκύθας, κολοκυθών
- głodomór στα ελληνικά - λιμασμένος, πειναλέος
Τυχαίες λέξεις
Łapa στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόδι, στάδιο, συσφίγγω, σφίγγω, πόδι ζώου, ποδιού, πέλματος, πέλμα
Μεταφράσεις: πόδι, στάδιο, συσφίγγω, σφίγγω, πόδι ζώου, ποδιού, πέλματος, πέλμα