Łowiectwo στα ελληνικά

Μετάφραση: łowiectwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυνήγι, θήρα, το κυνήγι, θήρας, κυνηγιού
Łowiectwo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • awangardowy στα ελληνικά - εμπροσθοφυλακή, πρωτοπορία, πρωτοπορίας, εμπροσθοφυλακής, πρωτοπόρα
  • awansować στα ελληνικά - προωθώ, πρόοδος, προάγω, προβαίνω, προκαταβάλλω, προχωρώ, προκαταβολή, ...
  • bezpieczne στα ελληνικά - ασφαλής, χρηματοκιβώτιο, ασφαλή, ασφαλές, ασφαλείς
  • drobnoziarnisty στα ελληνικά - φίνος, αίθριος, ψιλή, πρόστιμο, λεπτόκοκκος, λεπτόκοκκο, λεπτόκοκκων, ...
Τυχαίες λέξεις
Łowiectwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυνήγι, θήρα, το κυνήγι, θήρας, κυνηγιού