Ścier στα ελληνικά
Μετάφραση: ścier, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολτός, groundwood, αλεσμένου, αλεσμένο, αλεσμένο ξύλο, αλεσμένου ξύλου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anemograf στα ελληνικά - ανεμογράφος
- budowla στα ελληνικά - κτήριο, υφή, ανέγερση, δομή, κατασκευή, κτίριο, κτιρίου, ...
- dozorować στα ελληνικά - επιμελούμαι, περιποιούμαι, εποπτεύω, επιθεωρώ, επιβλέπω, εποπτεύει, επιβλέπει, ...
- filatelista στα ελληνικά - χαρτόσημα, γραμματόσημο, συλλέκτης γραμματοσήμων, φιλοτελιστής, Φιλοτελιστή, φιλοτελιστές
Τυχαίες λέξεις
Ścier στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολτός, groundwood, αλεσμένου, αλεσμένο, αλεσμένο ξύλο, αλεσμένου ξύλου
Μεταφράσεις: πολτός, groundwood, αλεσμένου, αλεσμένο, αλεσμένο ξύλο, αλεσμένου ξύλου