Żeglować στα ελληνικά

Μετάφραση: żeglować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανί, πλέω, ιστίο, ιστίου, πανιά, πανιού
Żeglować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akwakultura στα ελληνικά - υδατοκαλλιέργειας, υδατοκαλλιέργεια, της υδατοκαλλιέργειας, την υδατοκαλλιέργεια, υδατοκαλλιέργειας που
  • autentyczność στα ελληνικά - γνησιότητα, αυθεντικότητα, γνησιότητας, αυθεντικότητας, την αυθεντικότητα
  • chmura στα ελληνικά - αύρα, σύννεφο, cloud, νέφος, νέφους, νεφών
  • guzowaty στα ελληνικά - οζώδης, οζώδη
Τυχαίες λέξεις
Żeglować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανί, πλέω, ιστίο, ιστίου, πανιά, πανιού