Πλέω στα πολωνικά
Μετάφραση: πλέω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
żagiel, pływać, żeglować, pożeglować, ożaglowanie, sail, pływają, agiel
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλέω
πλέω αρχικοί χρόνοι, πλέω μεθ ορμής ακαθέκτου, πλέω συνώνυμο, λέγω ομόρριζα, ρήμα λύω, πλέω λεξικό γλώσσας πολωνικά, πλέω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- πλένω στα πολωνικά - umywać, zmywanie, zmywać, umyć, płyn, wymyć, oblewać, ...
- πλέον στα πολωνικά - najbardziej, większość, najwięcej, większości, świecie
- πλήθος στα πολωνικά - pchać, pospólstwo, napakować, horda, mnóstwo, ścisk, natłoczyć, ...
- πλήξη στα πολωνικά - nudność, nuda, wstręt, ennui
Τυχαίες λέξεις
Πλέω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: żagiel, pływać, żeglować, pożeglować, ożaglowanie, sail, pływają, agiel
Μεταφράσεις: żagiel, pływać, żeglować, pożeglować, ożaglowanie, sail, pływają, agiel