Absurd στα ελληνικά

Μετάφραση: absurd, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γελοιότητα, παράλογος, παράλογο, παράλογη, παράλογες, παράλογα
Absurd στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abstynencki στα ελληνικά - αποχή, αποχής, η αποχή, την αποχή, της αποχής
  • abstynent στα ελληνικά - τελείως απέχων των οινομπνευματωδών ποτών
  • absurdalnie στα ελληνικά - παράλογα, παράλογο, παράλογη, παράδοξο, παράδοξο τρόπο
  • absurdalność στα ελληνικά - γελοιότητα, παραλογισμός, παραλογισμό, παράλογο, παραλογισμού, τον παραλογισμό
Τυχαίες λέξεις
Absurd στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γελοιότητα, παράλογος, παράλογο, παράλογη, παράλογες, παράλογα