Akustyka στα ελληνικά
Μετάφραση: akustyka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακουστική, ηχητικός, ακουστικός, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
Μεταφράσεις
- akustyczny στα ελληνικά - ηχητικός, ακουστικός, γερός, φωνή, ηχηρός, ήχος, ακουστική, ...
- akustyk στα ελληνικά - ακουστική, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
- akuszer στα ελληνικά - μαιευτήρας, μαιευτήρα, γυναικολόγος, obstetrician, ο μαιευτήρας
- akuszeria στα ελληνικά - μαιευτική, μαιευτικής, της μαιευτικής, την μαιευτική, Obstetrics
Τυχαίες λέξεις
Akustyka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακουστική, ηχητικός, ακουστικός, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
Μεταφράσεις: ακουστική, ηχητικός, ακουστικός, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής