Amnestionować στα ελληνικά

Μετάφραση: amnestionować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμνηστία
Amnestionować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amitoza στα ελληνικά - amitosis
  • amnestia στα ελληνικά - αμνηστία, Αμνηστίας, Αμνηστίας για, την αμνηστία, αμνηστεία
  • amnezja στα ελληνικά - αμνησία, αμνησίας, της αμνησίας, την αμνησία, αμνησίας που
  • amok στα ελληνικά - αμόκ, AMOK, ΑΜΟΚ, κατάσταση αμόκ, έξω φρενών
Τυχαίες λέξεις
Amnestionować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμνηστία