Archaiczny στα ελληνικά
Μετάφραση: archaiczny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχαίος, αναρχικός, απαρχαιωμένος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής
Μεταφράσεις
- arbuz στα ελληνικά - καρπούζι, καρπουζιού, το καρπούζι, καρπουζιών, καρπούζια
- archaiczność στα ελληνικά - αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής
- archaizm στα ελληνικά - αρχαϊσμός, αρχαϊσμό, αρχαϊσμού, τον αρχαϊσμό, έναν αρχαϊσμό
- archaizować στα ελληνικά - archaize
Τυχαίες λέξεις
Archaiczny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχαίος, αναρχικός, απαρχαιωμένος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής
Μεταφράσεις: αρχαίος, αναρχικός, απαρχαιωμένος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής