Asteniczny στα ελληνικά
Μετάφραση: asteniczny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδύναμος, ανίσχυρος, ασθενική, ασθενικές, ασθενικά, αίσθημα αδυναμίας, ασθενικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- astenia στα ελληνικά - εξασθένιση, εξασθένηση, αδυναμία, ασθένεια, εξασθενήσεως
- aster στα ελληνικά - αστήρ, Aster, αστέρα, αστράκι, άστερ
- asteroida στα ελληνικά - αστεροειδής, αστεροειδή, αστεροειδών, αστεροειδούς, των αστεροειδών
Τυχαίες λέξεις
Asteniczny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδύναμος, ανίσχυρος, ασθενική, ασθενικές, ασθενικά, αίσθημα αδυναμίας, ασθενικό
Μεταφράσεις: αδύναμος, ανίσχυρος, ασθενική, ασθενικές, ασθενικά, αίσθημα αδυναμίας, ασθενικό