Błyskawiczny στα ελληνικά
Μετάφραση: błyskawiczny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στιγμή, γρήγορος, στιγμιαίος, γοργός, αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, αστραπές, κεραυνού
Μεταφράσεις
- błyskawicowy στα ελληνικά - αστραπές, αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, κεραυνού
- błyskawicznie στα ελληνικά - αμέσως, σε, στο, στην, στη, στον
- błyskać στα ελληνικά - λαμπυρίζω, αναλαμπή, σπιθίζω, αγριοκοιτάζω, τρεμοπαίζω, τρέμω, αναβοσβήνω, ...
- błyskotka στα ελληνικά - σπιθοβολώ, paillette, φόρεμα paillette
Τυχαίες λέξεις
Błyskawiczny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στιγμή, γρήγορος, στιγμιαίος, γοργός, αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, αστραπές, κεραυνού
Μεταφράσεις: στιγμή, γρήγορος, στιγμιαίος, γοργός, αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, αστραπές, κεραυνού