Bujność στα ελληνικά

Μετάφραση: bujność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαχυτικότητα, ζωντάνια, ευθάλεια, οργώσα βλάστηση
Bujność στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bujda στα ελληνικά - ψέματα, fibs, της FIBS
  • bujnie στα ελληνικά - luxuriantly, άφθονα
  • bujny στα ελληνικά - ενθουσιώδης, βαθμολογώ, βαθμός, κατατάσσω, αχαλίνωτος, άφθονος, βαθμίδα, ...
  • buk στα ελληνικά - οξιά, οξιάς, οξυάς, οξιές, οξυά
Τυχαίες λέξεις
Bujność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαχυτικότητα, ζωντάνια, ευθάλεια, οργώσα βλάστηση