Całość στα ελληνικά
Μετάφραση: całość, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όλος, όλα, σύνολο, ακεραιότητα, συνασπισμός, ακέραιος, ολικός, όλες, ολόκληρο, ολόκληρος, όλο, σύνολό, ολόκληρο το
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- całościowo στα ελληνικά - συνολικά, συνολική, συνολικής, γενική, συνολικό
- całościowy στα ελληνικά - σύνολο, ολικός, γενικός, περιεκτικός, πλήρης, ποδιά, συνολικός, ...
- całun στα ελληνικά - σάβανο, κάλυμμα, σινδόνη, πέπλο, προεντατήρα
- całus στα ελληνικά - φιλί, φιλώ, φίλημα, το φιλί, φιλί για, kiss
Τυχαίες λέξεις
Całość στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όλος, όλα, σύνολο, ακεραιότητα, συνασπισμός, ακέραιος, ολικός, όλες, ολόκληρο, ολόκληρος, όλο, σύνολό, ολόκληρο το
Μεταφράσεις: όλος, όλα, σύνολο, ακεραιότητα, συνασπισμός, ακέραιος, ολικός, όλες, ολόκληρο, ολόκληρος, όλο, σύνολό, ολόκληρο το