Chórowy στα ελληνικά
Μετάφραση: chórowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορωδιακός, της χορωδίας, χορωδίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chór στα ελληνικά - σοφίτα, χορωδία, χορωδίας, χορωδιών, χορωδία του, χορωδιακά
- chóralny στα ελληνικά - χορωδιακός, χορικός, χορωδιακά, χορωδιακή, χορωδιακής
- chórzysta στα ελληνικά - χορωδός, ψάλτης, ψάλτη, chorister, ιεροψάλτης
- chów στα ελληνικά - αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, εκτροφή, εκτροφής, την αναπαραγωγή
Τυχαίες λέξεις
Chórowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορωδιακός, της χορωδίας, χορωδίας
Μεταφράσεις: χορωδιακός, της χορωδίας, χορωδίας