Chów στα ελληνικά

Μετάφραση: chów, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, εκτροφή, εκτροφής, την αναπαραγωγή
Chów στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chórowy στα ελληνικά - χορωδιακός, της χορωδίας, χορωδίας
  • chórzysta στα ελληνικά - χορωδός, ψάλτης, ψάλτη, chorister, ιεροψάλτης
  • chędogi στα ελληνικά - συγυρίζω, τακτοποιώ, συγυρισμένος, αρκετός, τακτοποιημένος, τακτοποιημένο, καθαρό, ...
  • chętka στα ελληνικά - φανταστικός, καπρίτσιο, γουστάρω, γούστο, προτίμηση, φαντασία, φανταχτερό, ...
Τυχαίες λέξεις
Chów στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, εκτροφή, εκτροφής, την αναπαραγωγή