Cienisty στα ελληνικά
Μετάφραση: cienisty, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκιερός, σκιώδης, ύποπτος, σκιερό, σκιερά, σκιερή, σκιερές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cieniowanie στα ελληνικά - σκιά, στρώμα, σκίαση, Σκίασης, Η σκίαση, τη σκίαση, Σκίαστρα
- cieniować στα ελληνικά - απόχρωση, σκιά, ρυθμίζουν, διαμορφώνουν, διαμορφώνει, τροποποιούν, ρυθμίζει
- cienki στα ελληνικά - ισχνός, φίνος, λεπτός, ψιλή, πενιχρός, φτωχός, πρόστιμο, ...
- cienko στα ελληνικά - λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
Τυχαίες λέξεις
Cienisty στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκιερός, σκιώδης, ύποπτος, σκιερό, σκιερά, σκιερή, σκιερές
Μεταφράσεις: σκιερός, σκιώδης, ύποπτος, σκιερό, σκιερά, σκιερή, σκιερές