Σκιερός στα πολωνικά
Μετάφραση: σκιερός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ciemny, cienisty, umbrageous
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκιερός
σκιερόσ κήποσ, σκιερός συνώνυμο, σκιερός λεξικό γλώσσας πολωνικά, σκιερός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σκιαγράφηση στα πολωνικά - szkicować, narysować, nakreślenie, szkic, zarys, streszczenie, konspekt, ...
- σκιαγραφώ στα πολωνικά - nakreślać, opisywać, przedstawiać, nakreślić, zarysowywać, szkicować, zarys, ...
- σκιώδης στα πολωνικά - ciemny, cienisty, upiorny, widmowe, mroczna, shadowy, ciemna
- σκλάβος στα πολωνικά - niewolnik, niewolnica, niewolnikiem, Slave, niewolnikami
Τυχαίες λέξεις
Σκιερός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ciemny, cienisty, umbrageous
Μεταφράσεις: ciemny, cienisty, umbrageous