Dach στα ελληνικά
Μετάφραση: dach, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οροφή, ταράτσα, σκεπή, στέγη, οροφής, στέγης, στεγών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cętkować στα ελληνικά - σημαδάκι, κηλίδα, στίγμα, κηλίδων, των κηλίδων
- cło στα ελληνικά - προβληματίζω, δασμοί, φόρος, έθιμα, τιμολόγιο, τελωνείο, φορολογώ, ...
- dacharz στα ελληνικά - στεγαστής, roofer, κεραμιδάδες, τεχνίτης στέγης, roofer που
- dachowiec στα ελληνικά - είδος γερμανικού κυνηγετικού σκύλου, Dachshund, την Dachshund, είδος γερμανικού κυνηγετικού, Ντάτσχουντ
Τυχαίες λέξεις
Dach στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οροφή, ταράτσα, σκεπή, στέγη, οροφής, στέγης, στεγών
Μεταφράσεις: οροφή, ταράτσα, σκεπή, στέγη, οροφής, στέγης, στεγών