Derywat στα ελληνικά

Μετάφραση: derywat, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράγωγος, παραγωγό, παράγωγο, παραγώγου, παράγωγα, παραγώγων
Derywat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • derogacja στα ελληνικά - παρέκκλιση, παρέκκλισης, εξαίρεση, παρέκκλιση που, παρεκκλίσεως
  • derywacja στα ελληνικά - παραγωγή, εξαγωγή, προέλευση, παράγωγο, συναγωγή
  • derywować στα ελληνικά - προέρχομαι, αντλώ, παράγομαι, αντλούν, απορρέουν, αντλήσει, αποκομίζουν, ...
  • desant στα ελληνικά - επιβίβαση, πλατύσκαλο, καταγωγή, προσγείωση, προσθαλάσσωση, αποβίβαση, την αποβίβαση
Τυχαίες λέξεις
Derywat στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράγωγος, παραγωγό, παράγωγο, παραγώγου, παράγωγα, παραγώγων