Docenić στα ελληνικά

Μετάφραση: docenić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναγνωρίζω, κατανοώ, εκτιμώ, εκτιμήσουν, εκτιμούν, εκτιμήσει, εκτιμήσετε
Docenić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dobór στα ελληνικά - σπίρτο, αγώνας, εκλεκτός, επιλογή, ταιριάζω, συνταιριάζω, επιλογής, ...
  • doceniać στα ελληνικά - κατανοώ, εκτιμώ, αναγνωρίζω, εκτιμήσουν, εκτιμούν, εκτιμήσει, εκτιμήσετε
  • docent στα ελληνικά - καθηγήτρια, καθηγητής, δασκάλα, δάσκαλος, αναγνώστης, αναγνώστη, ανάγνωσης, ...
  • docentura στα ελληνικά - το αναγνωστικό κοινό, αναγνωστικό, αναγνωστικό κοινό, αναγνωσιμότητα, αναγνωστικού κοινού
Τυχαίες λέξεις
Docenić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναγνωρίζω, κατανοώ, εκτιμώ, εκτιμήσουν, εκτιμούν, εκτιμήσει, εκτιμήσετε