Doskonały στα ελληνικά
Μετάφραση: doskonały, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαίσιος, έξοχα, άριστος, τέλειος, τελειοποιώ, υπέροχος, τέλεια, τέλειο, ιδανικό, ιδανική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- doskonalić στα ελληνικά - επιτυγχάνω, βελτιώνω, τελειοποιώ, τρένο, αναπτύσσομαι, εκπαιδεύω, πραγματοποιώ, ...
- doskonałość στα ελληνικά - υπεροχή, τελειοποίηση, φινέτσα, τελειότητα, τελειότητας, την τελειότητα, τέλεια
- doskwierać στα ελληνικά - φασαρία, ενοχλώ, ανησυχώ, ταλαιπωρία, έννοια, μπελάς, καψαλίζομαι, ...
- dosolić στα ελληνικά - κεντρίζω, τσιμπώ, κεντρί, τσίμπημα, τσιμπήματος, τσούξιμο, το τσίμπημα
Τυχαίες λέξεις
Doskonały στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαίσιος, έξοχα, άριστος, τέλειος, τελειοποιώ, υπέροχος, τέλεια, τέλειο, ιδανικό, ιδανική
Μεταφράσεις: εξαίσιος, έξοχα, άριστος, τέλειος, τελειοποιώ, υπέροχος, τέλεια, τέλειο, ιδανικό, ιδανική