Elekt στα ελληνικά

Μετάφραση: elekt, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκλέγω, εκλεκτός, εκλεγέντα, εκλεγείς, εκλεγέντος, εκλεκτούς
Elekt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elekcja στα ελληνικά - εκλογές, αναγόρευση, εκλογή, εκλογών, εκλογής, εκλογική
  • elekcyjny στα ελληνικά - αιρετός, εκλεκτική, επιλογήν, αιρετό
  • elektor στα ελληνικά - ψηφοφόρος, εκλέκτορας, εκλογέα, εκλογέας, ψηφοφόρου
  • elektorat στα ελληνικά - εκλογικό σώμα, εκλογείς, εκλογικού σώματος, ψηφοφόρους, ψηφοφόρων
Τυχαίες λέξεις
Elekt στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκλέγω, εκλεκτός, εκλεγέντα, εκλεγείς, εκλεγέντος, εκλεκτούς