Gołosłowny στα ελληνικά
Μετάφραση: gołosłowny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάταιος, άδειος, ξιπασμένος, εγωκεντρικός, ματαιόδοξος, αβάσιμος, αβάσιμη, αβάσιμο, αβάσιμες, αβάσιμοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gołda στα ελληνικά - χρυσός, μάλαμα, Γκόλντα, Golda, η Golda, η Γκόλντα, της Golda
- gołoledź στα ελληνικά - γιαλίζω, γκλασάρω, στιλβώνω, λούστρο, γάνωμα
- gołowąs στα ελληνικά - νεογνό ζώου, σκύμνος, CUB, λιονταράκι, νεογέννητο
- goły στα ελληνικά - γυμνός, τσίτσιδος, γυμνά, γυμνό, γυμνή, γυμνού
Τυχαίες λέξεις
Gołosłowny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάταιος, άδειος, ξιπασμένος, εγωκεντρικός, ματαιόδοξος, αβάσιμος, αβάσιμη, αβάσιμο, αβάσιμες, αβάσιμοι
Μεταφράσεις: μάταιος, άδειος, ξιπασμένος, εγωκεντρικός, ματαιόδοξος, αβάσιμος, αβάσιμη, αβάσιμο, αβάσιμες, αβάσιμοι