Gonitwa στα ελληνικά
Μετάφραση: gonitwa, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φασαρία, διαταράσσω, ντόρος, κυνηγώ, επίτευγμα, καταδίωξη, ασχολία, σκαρφαλώνω, φυλή, αγώνα, φυλής, κούρσα, αγώνας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- goniec στα ελληνικά - δρομέας, επίσκοπος, αθλητής, σελίδα, αγγελιοφόρος, δρομέα, συμμετέχων, ...
- gonić στα ελληνικά - ράτσα, κυνηγώ, κυνηγητό, καταδίωξη, Chase, κυνηγήσει, κυνήγι
Τυχαίες λέξεις
Gonitwa στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φασαρία, διαταράσσω, ντόρος, κυνηγώ, επίτευγμα, καταδίωξη, ασχολία, σκαρφαλώνω, φυλή, αγώνα, φυλής, κούρσα, αγώνας
Μεταφράσεις: φασαρία, διαταράσσω, ντόρος, κυνηγώ, επίτευγμα, καταδίωξη, ασχολία, σκαρφαλώνω, φυλή, αγώνα, φυλής, κούρσα, αγώνας