Gospodarstwo στα ελληνικά

Μετάφραση: gospodarstwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγρόκτημα, σπίτι, οικογένεια, οικιακός, σπιτικό, ράντσο, εκμετάλλευση, αγροκτήματος, φάρμα, γεωργικών εκμεταλλεύσεων
Gospodarstwo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gospodarowanie στα ελληνικά - διοίκηση, νοικοκυριό, οικοκυρική, υπηρεσία καθαριότητας, οροφοκομίας, υπηρεσία οροφοκομίας
  • gospodarować στα ελληνικά - διευθύνω, χορηγώ, αγρόκτημα, αντεπεξέρχομαι, εφαρμόζω, καταφέρνω, σύζυγος, ...
  • gospodarz στα ελληνικά - νοικοκύρης, επιστάτης, αγρότης, οικοδεσπότης, αφεντικό, κύριος, φιλοξενώ, ...
  • gospodarzenie στα ελληνικά - τρέξιμο, αγρότης, γεωργός, γεωργό, γεωργού, αγρότη
Τυχαίες λέξεις
Gospodarstwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγρόκτημα, σπίτι, οικογένεια, οικιακός, σπιτικό, ράντσο, εκμετάλλευση, αγροκτήματος, φάρμα, γεωργικών εκμεταλλεύσεων