Ił στα ελληνικά
Μετάφραση: ił, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόσχωμα, άργιλος, εύφορο έδαφος, μάργες, loam, πηλώδη, πηλώδες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- izotropowość στα ελληνικά - ισοτροπίας, ισοτροπία, την ισοτροπία, της ισοτροπία
- izotropowy στα ελληνικά - ισοτροπική, ισότροπα, ισοτροπικά, ισοτροπικό, ισοτροπικού
- iłowiec στα ελληνικά - claystone
- iłołupek στα ελληνικά - σχιστόλιθος, σχιστόλιθου, σχιστόλιθο, σχιστολιθικού, σχιστολίθων
Τυχαίες λέξεις
Ił στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόσχωμα, άργιλος, εύφορο έδαφος, μάργες, loam, πηλώδη, πηλώδες
Μεταφράσεις: πρόσχωμα, άργιλος, εύφορο έδαφος, μάργες, loam, πηλώδη, πηλώδες