Ilustrowany στα ελληνικά
Μετάφραση: ilustrowany, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυαλιστερός, στιλπνός, παραστατικός, απεικονίζεται, απεικονίζονται, εικονίζεται, φαίνεται, παρουσιάζεται
Μεταφράσεις
- ilustracyjny στα ελληνικά - επεξηγηματικός, επεξηγηματικά, ενδεικτικά, επεξηγηματικό, επεξηγηματική
- ilustrator στα ελληνικά - εικονογράφος, Illustrator, εικονογράφο, το Illustrator, του Illustrator
- ilustrować στα ελληνικά - δείχνω, εξηγώ, εμφαίνω, παράσταση, διευκρινίζω, εικονογραφώ, επεξηγώ, ...
- ilustrujący στα ελληνικά - επίδειξη, δείχνει, που δείχνει, δείχνουν, παρουσιάζει
Τυχαίες λέξεις
Ilustrowany στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυαλιστερός, στιλπνός, παραστατικός, απεικονίζεται, απεικονίζονται, εικονίζεται, φαίνεται, παρουσιάζεται
Μεταφράσεις: γυαλιστερός, στιλπνός, παραστατικός, απεικονίζεται, απεικονίζονται, εικονίζεται, φαίνεται, παρουσιάζεται