Inteligent στα ελληνικά
Μετάφραση: inteligent, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνευματικός, διανοητικός, διανοούμενος, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής
Μεταφράσεις
- inteligencja στα ελληνικά - διανοούμενοι, πνεύμα, εξυπνάδα, φυλάξου, νοημοσύνη, πληροφοριών, νοημοσύνης, ...
- inteligencki στα ελληνικά - πνευματικός, διανοούμενος, διανοητικός, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής
- inteligentnie στα ελληνικά - έξυπνα, έξυπνο, έξυπνο τρόπο, με έξυπνο, με έξυπνο τρόπο
- inteligentny στα ελληνικά - έξυπνος, φανταστικός, έξοχος, λαμπερός, νοήμων, ευφυή, ευφυής, ...
Τυχαίες λέξεις
Inteligent στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνευματικός, διανοητικός, διανοούμενος, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής
Μεταφράσεις: πνευματικός, διανοητικός, διανοούμενος, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής