Inwencja στα ελληνικά

Μετάφραση: inwencja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης
Inwencja στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • inwazyjny στα ελληνικά - εισβολής, επεμβατική, επεμβατικές, επεμβατικής, χωροκατακτητικών
  • inwektywa στα ελληνικά - υβρεολόγιο, αλληλοκατηγοριών, ύβρη, βρισιά, μια βρισιά
  • inwentaryzacja στα ελληνικά - απογραφή, απολογισμός, απολογισμού, απολογισμό, απολογισμός της
  • inwentaryzator στα ελληνικά - ταξινομών, καταλέγων, καταλογογράφο
Τυχαίες λέξεις
Inwencja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης