Kandyzować στα ελληνικά

Μετάφραση: kandyzować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καραμέλα, candy, καραμελών, καραμέλας, καραμέλες
Kandyzować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cholerstwo στα ελληνικά - δεκάρα, βλασφημία, καταραμένο, βλασφημίας, γαμώτο
  • denudacja στα ελληνικά - απογύμνωση, την απογύμνωση, απογύμνωσης, η απογύμνωση, απογύμνωση του
  • gniewać στα ελληνικά - οργή, θυμός, φούρκα, εξαγριώ, εξαγριώνω, εξαγριώσει, εξοργίσει, ...
  • huśtawka στα ελληνικά - τραμπάλα, κουνώ, κούνια, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης
Τυχαίες λέξεις
Kandyzować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καραμέλα, candy, καραμελών, καραμέλας, καραμέλες