Kantować στα ελληνικά

Μετάφραση: kantować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τετράγωνο, πλατεία, τέχνασμα, κόλπο, τρικ, το τέχνασμα, τέχνασμα για
Kantować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asymetria στα ελληνικά - ασυμμετρία, ασυμμετρίας, η ασυμμετρία, την ασυμμετρία, της ασυμμετρίας
  • czasownikowy στα ελληνικά - φραστικός, λεκτική, λεκτικές, προφορική, λεκτικό, λεκτικής
  • eksternistyczny στα ελληνικά - εκτός των τειχών, εξωσχολικού, τειχών, εκτός των τειχών της, εξωτοιχωματικής
  • fluorowanie στα ελληνικά - φθορίωση, φθορίωσης, φθοριώσεως, την φθορίωση, η φθορίωση
Τυχαίες λέξεις
Kantować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τετράγωνο, πλατεία, τέχνασμα, κόλπο, τρικ, το τέχνασμα, τέχνασμα για