Kara στα ελληνικά
Μετάφραση: kara, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεκανέας, ψιλή, φίνος, πρόστιμο, μαστίζω, αίθριος, πληγή, κύρωση, τιμωρία, ποινή, πόνος, τιμωρίας, θανατικής, την τιμωρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anestezjologia στα ελληνικά - αναισθησιολογία, αναισθησιολογίας, Anesthesiology, η αναισθησιολογία, της αναισθησιολογίας
- despota στα ελληνικά - δεσπότης, δεσπότη, δυνάστης, ο Δεσπότης, δυνάστη
- doznanie στα ελληνικά - αίσθημα, εμπειρία, αίσθηση, πείρα, εμπειρίας, την εμπειρία, εμπειριών
- inspirator στα ελληνικά - ελεγκτής, επόπτης, επιθεωρητής, στροφείο, πτερωτή, στροφείου, πτερωτής, ...
Τυχαίες λέξεις
Kara στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεκανέας, ψιλή, φίνος, πρόστιμο, μαστίζω, αίθριος, πληγή, κύρωση, τιμωρία, ποινή, πόνος, τιμωρίας, θανατικής, την τιμωρία
Μεταφράσεις: δεκανέας, ψιλή, φίνος, πρόστιμο, μαστίζω, αίθριος, πληγή, κύρωση, τιμωρία, ποινή, πόνος, τιμωρίας, θανατικής, την τιμωρία