Κύρωση στα πολωνικά

Μετάφραση: κύρωση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
konfirmacja, kara, sankcjonować, sankcja, konfirmować, aprobata, karencja, zatwierdzenie, karo, sankcji, sankcje, kary
Κύρωση στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κύρωση

κύρωση πλαισίου παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, κύρωση του κώδικα δήμων και κοινοτήτων, κύρωση κώδικα μετανάστευσης και κοινωνικής ένταξης, κύρωση πράξης εφαρμογής, κίρρωση ήπατος, κύρωση λεξικό γλώσσας πολωνικά, κύρωση στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κύρος στα πολωνικά - stojący, uprawnienie, liczko, stały, tarcza, twarz, źródło, ...
  • κύρτωμα στα πολωνικά - zginać, skrzywienie, krzywizna, garb, wybój, zagięcie, uderzać, ...
  • κύστη στα πολωνικά - dętka, pęcherz, pęcherza, pęcherza moczowego, pęcherzyka, pęcherzowego
  • κύτταρο στα πολωνικά - komórka, ciałko, krwinka, celka, rozmnóżka, elektrolizer, cząsteczka, ...
Τυχαίες λέξεις
Κύρωση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: konfirmacja, kara, sankcjonować, sankcja, konfirmować, aprobata, karencja, zatwierdzenie, karo, sankcji, sankcje, kary