Karny στα ελληνικά
Μετάφραση: karny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποινικός, εκδικητικός, πρόστιμο, εγκληματικός, αίθριος, φίνος, μνησίκακος, ψιλή, εγκληματίας, ποινικού, ποινικών, ποινικές, ποινική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dochować στα ελληνικά - διασώζω, παραμένω, συντηρώ, διατηρώ, διατήρηση, τη διατήρηση, διαφύλαξη, ...
- duszpasterski στα ελληνικά - ποιμενικός, ιερατικός, ιερατική, ιερατικά, ιερατικής, ιερατικό
- filuterny στα ελληνικά - παιχνιδιάρικος, πανούργος, ύπουλος, εύθυμος, πονηρός, παιχνιδιάρικο, παιχνιδιάρικη, ...
- imitator στα ελληνικά - μιμητής, μιμητή, αντιγραφέας, μιμητές
Τυχαίες λέξεις
Karny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποινικός, εκδικητικός, πρόστιμο, εγκληματικός, αίθριος, φίνος, μνησίκακος, ψιλή, εγκληματίας, ποινικού, ποινικών, ποινικές, ποινική
Μεταφράσεις: ποινικός, εκδικητικός, πρόστιμο, εγκληματικός, αίθριος, φίνος, μνησίκακος, ψιλή, εγκληματίας, ποινικού, ποινικών, ποινικές, ποινική