Kocioł στα ελληνικά
Μετάφραση: kocioł, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καυστήρας, καζάνι, λέβητα, καζάνι που, λέβητας, καζανιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chemik στα ελληνικά - χημικός, φαρμακοποιός, χημικό, φαρμακείο, χημικού
- graciarnia στα ελληνικά - ακατάστατο δωμάτιο
- grota στα ελληνικά - άντρο, σπηλιά, σπήλαιο, Grotto, σπηλαίου, σπηλιάς
- głuchota στα ελληνικά - κώφωση, κώφωσης, την κώφωση, η κώφωση, της κώφωσης
Τυχαίες λέξεις
Kocioł στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καυστήρας, καζάνι, λέβητα, καζάνι που, λέβητας, καζανιού
Μεταφράσεις: καυστήρας, καζάνι, λέβητα, καζάνι που, λέβητας, καζανιού