Konsekwentny στα ελληνικά
Μετάφραση: konsekwentny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταθερός, συνεπής, συνεπή, συνάδει, συνεπείς, σύμφωνη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezlitośnie στα ελληνικά - ανηλεώς, αδίστακτα, ανελέητα, άσπλαχνα, αμείλικτα
- ciągliwy στα ελληνικά - ελαστικός, εύπλαστος, όλκιμο, όλκιμος, όλκιμου, ο όλκιμος
- definitywnie στα ελληνικά - οριστικά, τελικά, Τέλος, επιτέλους
- dopełnieniowy στα ελληνικά - αντικειμενικός
Τυχαίες λέξεις
Konsekwentny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταθερός, συνεπής, συνεπή, συνάδει, συνεπείς, σύμφωνη
Μεταφράσεις: σταθερός, συνεπής, συνεπή, συνάδει, συνεπείς, σύμφωνη