Kotłowiec στα ελληνικά
Μετάφραση: kotłowiec, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλιμάκωση, κλίμακα, λέπι, κλίμακας, περισκλήρυνση, γρεζια, σχηματισμού καθαλατώσεων, σχηματισμό κρούστας, επικάθιση
Μεταφράσεις
- dociśnięcie στα ελληνικά - πάτημα, πιέζοντας, πατώντας, πίεση, το πάτημα
- dźwięczność στα ελληνικά - απήχηση, ηχηρότητα, ηχηρότης, ηχητικότητα, ηχηρότητας, την ηχηρότητα
- hamować στα ελληνικά - μετριάζω, υγρός, μέτριος, στείρα, φρένο, κράσπεδο, κωλυσιεργώ, ...
- homologia στα ελληνικά - ομολογία, ομολογίας, την ομολογία, της ομολογίας
Τυχαίες λέξεις
Kotłowiec στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλιμάκωση, κλίμακα, λέπι, κλίμακας, περισκλήρυνση, γρεζια, σχηματισμού καθαλατώσεων, σχηματισμό κρούστας, επικάθιση
Μεταφράσεις: κλιμάκωση, κλίμακα, λέπι, κλίμακας, περισκλήρυνση, γρεζια, σχηματισμού καθαλατώσεων, σχηματισμό κρούστας, επικάθιση